Οδηγώντας νότια από την Αντίς Αμπέμπα περάσαμε από τρεις λίμνες που κάνουν το τοπίο μαγευτικό. Επιπλέον, δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για τους γύρω κατοίκους αλλά και για πολλά ζώα που κατοικούν στην περιοχή. Υπάρχει ακόμα πυκνή βλάστηση, και έκαναν την εμφάνιση τους δέντρα ακακιών με τις επίπεδες κορυφές τους, εικόνες που θυμίζουν πιο πολύ Αφρική. Μέχρι τα μέσα της διαδρομής προς τα σύνορα με Κένυα, υπάρχουν πολλές φυτείες καφέ (και έχουμε να πούμε πως δικαιωματικά η Αιθιοπία έχει τόσο καλή φήμη για τον καφέ της) και μπανανιές, μερικές των οποίων μάθαμε πως είναι ‘ψεύτικές’, δηλαδή δεν παράγουν μπανάνες, αλλά οι ντόπιοι ξύνουν τα φύλλα τους και βάζουν την σκόνη σε φαγητά για να πάρουν την γεύση της μπανάνας.
Είχαμε την χαρά να γνωρίσουμε και Έλληνα δεύτερης γενιάς στο οικολογικό lodge του, όπου και διανυκτερεύσαμε.
Κατεβαίνοντας σιγά-σιγά σε υψόμετρο, η θερμοκρασία ανεβαίνει πάλι και φτάνει το πρωί τους 30 βαθμούς. Όσο πιο νότια κατεβαίνουμε, τόσο πιο πολύ γινόμαστε το επίκεντρο προσοχής των παιδιών του κάθε χωριού. Και είναι ΠΟΛΛΑ τα παιδιά σε κάθε χωριό! Συνήθως φωνάζουν “farangi”, δηλαδή ξένοι, ξεσηκώνοντας έτσι και όποιο άλλο παιδί δεν έχει παρατηρήσει την άφιξη μας.
Με τις πλέον ανεβασμένες θερμοκρασίες, η Νότια Αιθιοπία είναι από τα πιο ξηρές περιοχές της χώρας. Κοκκινόχωμα και θάμνοι είναι η κύρια εικόνα, με κάποια σποραδικά δέντρα. Πολλές τερμιτοφωλιές, που φτάνουν τα 2 μέτρα ύψος! Η όψη (αλλά και η συμπεριφορά) των κατοίκων δίνει μια πιο άγρια εντύπωση. Με την άφιξη μας στο Moyale, την συνοριακή πόλη με την Κένυα, φάγαμε και την τελευταία μας παραδοσιακή ingera (ένα ιδιαίτερο είδος κρέπας με κρέας και λαχανικά).
Με την βοήθεια της Ελληνικής Πρεσβείας της Αιθιοπίας και του Αστυνομικού τμήματος του Moyale, το πέρασμα μας στα σύνορα Αιθιοπίας-Κένυας έγινε με τάχιστους ρυθμούς και χωρίς δυσκολίες. Τα 500χλμ από το Moyale στο Isiolo, θεωρούνται από τα πιο δύσκολα και επικίνδυνα όλης της διαδρομής μας, και μάλιστα, για την προστασία μας, ο Επικεφαλής Επίτροπος του Τμήματος Ασφαλείας του Moyale μας παραχώρησε έναν οπλισμένο αστυνομικό να μας συνοδεύσει σε αυτό το τμήμα της διαδρομής!
Μετατοπιζόμαστε στην αριστερή λωρίδα του δρόμου (‘κουσούρι’ της Κένυας από την Αγγλική αποικιοκρατία), και μετά από 100χλμ χωματόδρομου (που όλοι είχαμε μια ελπίδα να ήταν το ‘δύσκολο’ κομμάτι), αρχίζει μια οδοιπορική Οδύσσεια! Η τοπογραφία είναι τελείως επίπεδη, άγονη, και γεμάτη μαύρες ηφαιστειακές πέτρες (η τοπική ονομασία της περιοχής είναι «Το δάσος των πετρωμάτων») . Με μέσο όρο ταχύτητας τα 20χλμ/ώρα, περάσαμε τις επόμενες 8 ώρες αναπηδώντας στο έλεος του δρόμου. Τοπίο πολύ αφιλόξενο και μοναχικό, με τα μόνα ίχνη ζωής τις περιστασιακές αντιλόπες και τα άγρια πουλιά. Μετά από 250χμ., και μια αλλαγή σε σκασμένο λάστιχο, φτάσαμε στο Marsabit, ένα χωριό όχι πολύ διαφορετικό από συνοριακή πόλη, καθώς είναι αποκλεισμένο τουλάχιστον 200χμ μακριά από οτιδήποτε άλλο, για την διανυκτέρευση μας.
Με την ενέργεια της καινούργια ημέρας, ξεκινήσαμε το δεύτερο κομμάτι της ‘δύσκολης’ διαδρομής, Marsabit-Isiolo. Το τοπίο αλλάζει ξανά, γίνεται χώμα και θάμνοι, αλλά η διαδρομή παραμένει πολύ δύσβατη, προκαλώντας άλλο ένα σκασμένο λάστιχο και 3 χαλασμένα αμορτισέρ. Περνάμε χωριά που κατοικούν Samburu (φυλές συγγενικές των Maasai), και μας εκθαμβώνουν τα φανταχτερά χρώματα των φορεσιών τους. Σειρές από χρωματιστές χάντρες στους λαιμούς τους, οι γυναίκες γυμνόστηθες και οι άντρες με λόγχες στο χέρι. Η θερμοκρασία είναι πια 35C και τα αυτοκίνητα (και εμείς) έχουν γεμίσει και στις πιο κρυφές πτυχές τους σκόνη. Μετά από 10 ώρες οδήγημα, φτάνουμε στο Isiolo και είμαστε πια όλοι εξαντλημένοι.
Η όψη της ασφάλτου που οδηγεί στο Nairobi είναι λύτρωση. Φτάνουμε στην πρωτεύουσα βράδυ και παραδιδόμαστε στην συσσωρευμένη κούραση!
Το Χαρτούμ είναι μια μεγαλούπολη. Με 7,5 εκατ. κάτοικους, με πολυτελή πολυώροφα κτίρια, με προάστια πνιγμένα στην αναρχία της δόμησης. Και πνιγμένο στην κίνηση. Την μέρα βέβαια. Τα βράδια, όπως και όπου βρεθήκαμε στο Σουδάν, επικρατεί απόλυτη σχεδόν ησυχία. Μόλις βγεις από τους κεντρικούς δρόμους επικρατεί το χώμα και η σκόνη. Και στο κέντρο της πόλης συναντιούνται οι δύο Νείλοι, ο μπλε που έρχεται από τα βουνά της Αιθιοπίας και ο άσπρος που έρχεται από τα νότια και την λίμνη Βικτόρια.
Ο Νείλος. Τον ακολουθήσαμε από τις εκβολές του στα μεσογειακά παράλια της Αλεξάνδρειας, τον συναντήσαμε στο Κάιρο να κυριαρχεί στην πόλη, τον απολαύσαμε από την Qena της Αιγύπτου μέχρι το Λούξορ και το Ασουάν να πρασινίζει και να δίνει ζωή στην έρημο της Σαχάρας, τον χαρήκαμε περνώντας με το καραβάκι την τεχνητή λίμνη Νάσσερ προς το Σουδάν, τον ακολουθήσαμε στην έρημο της Νουβίας, ξανά να την πρασινίζει και να δίνει ζωή, είδαμε το άλλο μεγάλο φράγμα του στην Merowe να πλημμυρίζει περιοχές και να παράγει το 80% της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνει το Σουδάν, και να τώρα μπροστά στο μεγάλο σταυροδρόμι του στο Χαρτούμ.
Η δικιά μας πορεία ήταν προς τα ανατολικά. Προς την Αιθιοπία, ακολουθώντας τον μπλε Νείλο. Μπλε κατ΄ ευφημισμό αυτή την εποχή αφού έχει ξεκινήσει η περίοδος των βροχών στις τροπικές περιοχές και τα νερά του ποταμού είναι καφέ από τις λάσπες που κατεβάζει.
Το τοπίο της ερήμου είχε ήδη αρχίζει να αλλάζει πλησιάζοντας στο Χαρτούμ από τον βορρά. Κάποια στοιχειώδης βλάστηση σπάει την μονοτονία του αμμώδους τοπίου. Μετά το Χαρτούμ το τοπίο αρχίζει και πρασινίζει. Η γη είναι πια καλλιεργήσιμη σε μεγάλη έκταση. Και η θερμοκρασία πιο υποφερτή. Μετά τους 45 έως 47 βαθμούς που ζήσαμε στην έρημο της Νουβίας οι θερμοκρασίες στους 36 βαθμούς (και ακόμα πιο κάτω) που είχαμε μετά το Χαρτούμ ήταν για όλους μας μια τονωτική δροσιά.
Όσο πλησιάζαμε την Αιθιοπία όλο και περισσότερο πρασίνιζε το τοπίο. Το θερμόμετρο έδειχνε πλέον γύρω στους 25 βαθμούς, οι πρώτες σταγόνες βροχής έκαναν την διαδρομή με τα αυτοκίνητα πιο ευχάριστη.
Κοντά στην πόλη Γκενταρέφ (Al Qadariff) του Σουδάν αρχίσαμε πλέον να βλέπουμε τις εικόνες που περιμέναμε από την Αφρική. Τα χωριά και ολόκληρη η πόλη κατασκευασμένα από χορτοκαλύβες, το τοπίο καταπράσινο, οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις ατέλειωτες, όσο μπορεί να φτάσει το μάτι σου. Μια ελαφριά συνεχής ανηφόρα όλος ο δρόμος μας έφερε στα σύνορα με την Αιθιοπία σε υψόμετρο περίπου 800μ. στην πόλη Gallabat (Σουδάν) / Μετέμα (Αιθιοπία).
Τα σύνορα των δύο χωρών ορίζονται από ένα μικρό γεφυράκι 20 περίπου μέτρων πάνω από ένα ρέμα. Και από τις δύο πλευρές των συνόρων ένας συνωστισμός φορτηγών αυτοκινήτων και κόσμος πάει και έρχεται. Περνώντας το γεφυράκι, αλλάζει και ο κόσμος. Η πλευρά της Αιθιοπίας και για 2 περίπου χλμ. κατά μήκος του δρόμου είναι γεμάτη με παραπήγματα που πουλάνε του κόσμου τα πράγματα, κυρίως όμως αλκοόλ (που δεν υπάρχει στο Σουδάν). Πολλοί οδηγοί των φορτηγών βρίσκουν την ευκαιρία, όσο περιμένουν, να περάσουν στην Αιθιοπία και να πιουν κανένα (ή και παραπάνω) ποτηράκι. Γίναμε μάλιστα μάρτυρες περιστατικού όπου ένας οδηγός διπλής νταλίκας, εμφανώς στουπί στο μεθύσι, προσπάθησε να οδηγήσει το όχημά του μέσα στον συνωστισμό, παρασύροντας άλλα δύο οχήματα.
Στα σύνορα, μετά και από τις ενέργειες των στελεχών της ελληνικής πρεσβείας στο Χαρτούμ, εξυπηρετηθήκαμε αρκετά γρήγορα. Οι τελωνειακοί υπάλληλοι εργαστήκανε μέσα στο σκοτάδι (χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα…) για να ολοκληρωθούν οι απαραίτητες διατυπώσεις εισόδου των αυτοκινήτων και ελέγχου των διαβατηρίων μας.
Περνώντας στην Αιθιοπία αρχίζουν και τα βουνά. Πρώτος μας προορισμός ήταν η λίμνη Τάνα, πηγή του μπλε Νείλου. Η διαδρομή μέχρι εκεί συνεχώς ανηφορική, μας έφερε σε υψόμετρο 1900μ. Κατά την διαδρομή περάσαμε μέσα από πλήθος χωριών. Κοπάδια από αγελάδες πολλές (μα πάρα πολλές) φορές μας ανέκοψαν την πορεία. Και η φύση καταπράσινη! Έχοντας τις εικόνες της ερήμου των προηγούμενων δύο εβδομάδων η αντίθεση ήταν εντυπωσιακή.
Α, ναι και οι κάτοικοι. Φιλικοί, μας χαιρετούσαν παντού όπου περνάγαμε. Και τα παιδιά! Αυτά κι αν μας κάνανε χαρές και χαιρετούρες. Βλέπαν τα αυτοκίνητά μας από μακριά να έρχονται και τρέχανε να βρεθούνε στην άκρη του δρόμου να μας χαιρετήσουν. Και να μας ζητήσουν πράγματα. Χρήματα, καραμέλες, στυλό, μολύβια, ρούχα, φάρμακα. Όπου και να σταματούσαμε, ακόμη και έξω από χωριά, ξαφνικά από το πουθενά εμφανίζονταν χωρικοί και παιδιά, να μας πλησιάσουν, να μας χαιρετήσουν, να μας ζητήσουν πράγματα.
Και η γη τους εύφορη. Καταπράσινη και καλλιεργήσιμη. Με στοιχειώδη μέσα όμως. Είδαμε ζευγάδες να οργώνουνε την γη, πουθενά δεν συναντήσαμε κάποιο τρακτέρ.
Το Bahir Dar είναι η μεγάλη πόλη στα νότια της λίμνης Τάνα. Σε υψόμετρο 1800μ είναι ο μεγάλος ταμιευτήρας νερού που τροφοδοτεί το 85% των νερών του Νείλου. Λίγο έξω από την πόλη είναι και οι εντυπωσιακοί καταρράκτες του μπλε Νείλου. Και από εκεί μέχρι την Αντίς Αμπέμπα, ο δρόμος ακολουθεί τα βουνά για 500 χλμ. και σε υψόμετρα που φτάνουν και τα 3.200 μ. !!! Εκεί συναντήσαμε ακόμη και έλατα. Και παντού χωριά, και συνεχώς κοπάδια από αγελάδες στην μέση του δρόμου, και διαρκώς κάτοικοι και παιδιά να μας χαιρετούν ή να μας κυκλώνουν σε κάθε στάση μας. Και οι θερμοκρασίες πλέον χαμηλές, κάτω από του 20 βαθμούς.
Στην Αντίς Αμπέμπα φτάσαμε νύχτα. Αδειανή η πόλη, δεν έχει κίνηση την νύχτα. Χτισμένη σε υψόμετρο 2800μ όλο υγρασία από την συνεχή βροχή. Εκεί συναντήσαμε και νέους συνοδοιπόρους μας που μόλις είχαν φτάσει από την Ελλάδα και αποχαιρετήσαμε άλλους. Είχαμε και αξιόλογες συναντήσεις με φορείς των Ηνωμένων Εθνών και τοπικούς παράγοντες και, όπως και σε προηγούμενες πόλεις κατά το οδοιπορικό μας, είχαμε την τιμή να φιλοξενηθούμε σε ένα υπέροχο δείπνο από την τοπική ελληνική κοινότητα. Τους ευχαριστούμε θερμά , όπως και τον πρέσβη της Ελλάδας στην Αιθιοπία και το προσωπικό της πρεσβείας για την βοήθεια που μας πρόσφεραν.
Τι μας εντυπωσίασε σε αυτό το μέρος της διαδρομής;
– Κατά κοινή ομολογία η ορεινή φύση και το πράσινο αυτής της περιοχής της Αιθιοπίας.
– Η αλλαγή του τοπίου.
– Ο κόσμος και προ πάντων τα παιδιά.
– Οι χωρικοί και ο στοιχειώδης τρόπος που καλλιεργούν την γη τους.
– Τα αμέτρητα κοπάδια στην μέση του δρόμου.
– Οι παγωμένες μπυρίτσες που είχαμε ονειρευτεί (και δεν είχαμε βρει) στην καυτή έρημο του Σουδάν.
Και όπως λέγαμε και σε προηγούμενο σημείωμα, αποτυπώσαμε και θέματα σχετικά με το αντικείμενο του οδοιπορικού μας. Αλλά γι’ αυτά θα μιλήσουμε οργανωμένα, μετά το τέλος του οδοιπορικού.
Το ταξίδι μας συνεχίζεται. Προς τις νότιες περιοχές της Αιθιοπίας και μετά στην Κένυα, την Τανζανία, το Μαλάουι, την Ζάμπια, την Μποτσουάνα, την Ν. Αφρική.
Και είναι συναρπαστικό.